1. Εἴθε νὰ μοῦ ἐδείχνατε ἀνοχὴν σὲ μιὰ μικρὴν ἀνοησίαν, ἀλλ᾽ ἤδη μὲ ἀνέχεσθε.
2. Σᾶς ζηλεύω μὲ θεῖον ζῆλον, διότι σᾶς ἀρραβώνιασα μὲ ἕναν ἄνδρα, διὰ νὰ σᾶς παρουσιάσω σὰν παρθένον ἁγνὴν εἰς τὸν Χριστόν.
3. Ἀλλὰ φοβοῦμαι μήπως, ὅπως τὸ φίδι ἐξηπάτησε τὴν Εὔαν μὲ τὴν πανουργίαν του, ἔτσι φθαροῦν αἱ σκέψεις σας καὶ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὴν εἰλικρινῆ ἀφοσίωσιν εἰς τὸν Χριστόν.
4. Διότι ἐὰν ἔλθῃ κάποιος καὶ κηρύξῃ ἄλλον Ἰησοῦν, τὸν ὁποῖον δὲν ἐκηρύξαμεν, ἢ ἐὰν λάβετε διαφορετικὸν πνεῦμα, ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ἐλάβατε, ἢ εὐαγγέλιον διαφορετικὸν ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ἐδεχθήκατε, θὰ τὸν ἀνεχόσαστε καλά.