10. Εἰς τοὺς ἐγγάμους παραγγέλλω, ὄχι ἐγὼ ἀλλ᾽ ὁ Κύριος: Ἡ γυναῖκα νὰ μὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸν ἄνδρα.
11. Ἀλλ᾽ ἐὰν χωρισθῇ, ἂς μείνῃ ἄγαμος ἢ ἂς συμφιλιωθῇ μὲ τὸν ἄνδρα της. Καὶ ὁ ἄνδρας νὰ μὴ ἀφήνῃ τὴν γυναῖκά του.
12. Εἰς τοὺς λοιποὺς λέγω ἐγώ, ὄχι ὁ Κύριος: Ἐὰν ἕνας ἀδελφὸς ἔχῃ γυναῖκα ἄπιστη καὶ αὐτὴ συγκατανεύῃ νὰ συγκατοικῇ μαζί του, ἂς μὴ τὴν ἀφήνῃ.
13. Καὶ ἐὰν μία γυναῖκα ἔχῃ ἄνδρα ἄπιστον καὶ αὐτὸς συγκατανεύῃ νὰ συγκατοικῇ μαζί της, ἂς μὴ τὸν ἀφήνῃ.
14. Διότι ὁ ἄνδρας ὁ ἄπιστος ἔχει ἁγιασθῇ διὰ τῆς γυναικὸς καὶ ἡ γυναῖκα ἡ ἄπιστη ἔχει ἁγιασθῇ διὰ τοῦ ἀνδρός. Ἀλλοιῶς τὰ παιδιά σας θὰ ἦσαν ἀκάθαρτα, τώρα ὅμως εἶναι ἅγια.
15. Ἀλλ᾽ ἐὰν τὸ ἄπιστον μέλος θέλῃ νὰ χωρίσῃ, ἂς χωρίσῃ. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις ὁ ἀδελφὸς ἢ ἡ ἀδελφὴ δὲν εἶναι δεσμευμένοι. Ὁ Θεὸς μᾶς ἐκάλεσε νὰ ζοῦμε εἰρηνικὰ.