Πραξεισ Αποστολων 16:14-18 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

14. Κάποια γυναῖκα ἀπὸ τὴν πόλιν τῶν Θυατείρων, ὀνομαζομένη Λυδία, ἡ ὁποία ἐπωλοῦσε πορφύραν, γυναῖκα θεοσεβής, ἄκουε καὶ ὁ Κύριος τῆς ἄνοιξε τὴν καρδιά, διὰ νὰ προσέχῃ εἰς ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος.

15. Ὅταν ἐβαπτίσθηκε αὐτὴ καὶ οἱ οἰκιακοί της, μᾶς εἶπε, «Ἐὰν μὲ ἐκρίνατε ὅτι εἶμαι πιστὴ εἰς τὸν Κύριον, ἐλᾶτε νὰ μείνετε εἰς τὸ σπίτι μου», καὶ μᾶς ἐπίεζε.

16. Καθὼς ἐπηγαίναμεν εἰς τὸν τόπον τῆς προσευχῆς μᾶς συνήντησε κάποια ὑπηρέτρια ποὺ εἶχε πνεῦμα μαντικόν, καὶ μὲ τὴν μαντείαν ἔφερνε πολλὰ κέρδη εἰς τοὺς κυρίους της.

17. Αὐτὴ ἀκολούθησε τὸν Παῦλον καὶ ἐμᾶς καὶ ἐφώναζε, «Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, καὶ σᾶς ἀναγγέλλουν τὸν δρόμον τῆς σωτηρίας».

18. Αὐτὸ τὸ ἔκανε πολλὲς ἡμέρες. Ὁ Παῦλος ἦτο πολὺ ἀγανακτισμένος καὶ στραφεὶς εἶπε εἰς τὸ πνεῦμα, «Σὲ διατάσσω εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ βγῇς ἀπὸ αὐτήν». Καὶ ἐκείνην τὴν στιγμὴν ἐβγῆκε.

Πραξεισ Αποστολων 16