2. καὶ τοὺς εἶπε, «Πηγαίνετε εἰς τὸ ἀπέναντι χωριὸ καὶ ἀμέσως θὰ βρῆτε ὄνον δεμένην καὶ ἕνα πουλάρι μαζί της. Ἀφοῦ τὴν λύσετε, φέρετέ την σ᾽ ἐμέ.
3. Καὶ ἐὰν κανεὶς σᾶς πῇ τίποτε, πέστε του, «ὁ Κύριος τὰ ἔχει ἀνάγκην· καὶ ἀμέσως θὰ τὰ στείλῃ».
4. Τοῦτο δὲ ἔγινε διὰ νὰ ἐκπληρωθῇ ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου:
5. Νὰ πῆτε εἰς τὴν θυγατέρα Σιών, Ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται πρὸς σὲ ταπεινὰ καὶ καθισμένος ἐπάνω σ᾽ ἕνα πουλάρι, ποὺ εἶναι γέννημα ἑνὸς ὑποζυγίου ζώου.
6. Οἱ μαθηταί, ἀφοῦ ἐπῆγαν καὶ ἔκαναν ὅπως τοὺς διέταξε ὁ Ἰησοῦς,
7. ἔφεραν τὴν ὄνον καὶ τὸ πουλάρι καὶ ἔβαλαν ἐπάνω εἰς αὐτὰ τὰ ἐνδύματά τους καὶ ἐκάθησε ἐπάνω εἰς αὐτά.
8. Καὶ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἔστρωσαν τὰ ἐνδύματά τους εἰς τὸν δρόμον, ἄλλοι δὲ ἔκοβαν κλάδους ἀπὸ τὰ δένδρα καὶ τοὺς ἔστρωναν εἰς τὸν δρόμον.
9. Ὁ δὲ κόσμος ποὺ ἐπήγαινε μπροστὰ καὶ ἀκολουθοῦσε, ἐφώναζε, Ὡσαννὰ εἰς τὸν Υἱὸν τοῦ Δαυΐδ, Εὐλογημένος ἂς εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἔρχεται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις.
10. Καὶ ὅταν αὐτὸς ἐμπῆκε εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ὁλόκληρη ἡ πόλις ἐσείσθηκε καὶ ἔλεγαν, «Ποιός εἶναι αὐτός;».
11. Τὰ δὲ πλήθη ἀπαντοῦσαν, «Αὐτὸς εἶναι ὁ προφήτης Ἰησοῦς, ὁ ὁποῖος κατάγεται ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας».