19. Καὶ θὰ σοῦ δώσω τὰ κλειδιὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ ὅ,τι δέσῃς εἰς τὴν γῆν, θὰ εἶναι δεμένο εἰς τοὺς οὐρανούς. Καὶ ὅ,τι λύσῃς εἰς τὴν γῆν, θὰ εἶναι λυμένο εἰς τοὺς οὐρανούς».
20. Τότε αὐστηρῶς διέταξε τοὺς μαθητάς του νὰ μὴ ποῦν σὲ κανένα ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός.
21. Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ δείχνῃ εἰς τοὺς μαθητάς του, ὅτι πρέπει νὰ ὑπάγῃ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ πολλὰ νὰ πάθῃ ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους καὶ ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς καὶ νὰ θανατωθῇ καὶ κατὰ τὴν τρίτην ἡμέραν νὰ ἀναστηθῇ.
22. Καὶ ὁ Πέτρος, ἀφοῦ τὸν ἐπῆρε ἰδιαιτέρως, ἄρχισε νὰ τοῦ μιλῇ εἰς σοβαρὸν τόνον καὶ νὰ τοῦ λέγῃ, «Ὁ Θεὸς νὰ σοῦ φανῇ σπλαγχνικός, Κύριε, ὥστε νὰ μὴ σοῦ συμβῇ τοῦτο».
23. Αὐτὸς δὲ ἐστράφη εἰς τὸν Πέτρον καὶ εἶπε, «Ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ· μοῦ εἶσαι σκάνδαλον, διότι δὲν σκέπτεσαι τὰ ἀρεστὰ εἰς τὸν Θεὸν ἀλλὰ τὰ ἀρεστὰ εἰς τοὺς ἀνθρώπους».
24. Τότε εἶπε ὁ Ἰησοῦς εἰς τοὺς μαθητάς του, «Ἐὰν κανεὶς θέλῃ νὰ μὲ ἀκολουθήσῃ, ἂς ἀπαρνηθῇ τὸν ἑαυτόν του καὶ ἂς σηκώσῃ τὸν σταυρόν του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθήσῃ.