25. Ἀλλ᾽ ἀμέσως μιὰ γυναῖκα, τῆς ὁποίας τὸ κοριτσάκι εἶχε πνεῦμα ἀκάθαρτον, ὅταν ἄκουσε γι᾽ αὐτόν, ἦλθε καὶ ἔπεσε εἰς τὰ πόδια του.
26. Ἦτο δὲ ἡ γυναῖκα εἰδωλολάτρις καὶ κατὰ τὴν καταγωγὴν Συροφοινίκισσα καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ βγάλῃ τὸ δαιμόνιον ἀπὸ τὴν θυγατέρα της.
27. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τῆς εἶπε, «Ἄφησε πρῶτα νὰ χορτάσουν τὰ παιδιά, διότι δὲν εἶναι σωστὸ νὰ πάρωμε τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν καὶ νὰ τὸ ρίξουμε στὰ σκυλιά».
28. Αὐτὴ δὲ ἀπήντησε, «Ναί, Κύριε, καὶ τὰ σκυλιὰ κάτω ἀπὸ τὸ τραπέζι τρώγουν ἀπὸ τὰ ψίχουλα τῶν παιδιῶν».
29. Καὶ αὐτὸς τῆς εἶπε, «Γι᾽ αὐτὸ ποὺ εἶπες πήγαινε, ἔχει φύγει τὸ δαιμόνιον ἀπὸ τὴν θυγατέρα σου».
30. Καὶ ὅταν ἐπῆγε εἰς τὸ σπίτι της εὑρῆκε τὸ παιδὶ ξαπλωμένο εἰς τὸ κρεββάτι καὶ τὸ δαιμόνιον εἶχε ἤδη φύγει.