20. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐνέπαιξαν, τοῦ ἔβγαλαν τὸν κόκκινον μανδύαν καὶ τοῦ ἐφόρεσαν τὰ δικά του ἐνδύματα. Καὶ τὸν φέρνουν ἔξω διὰ νὰ τὸν σταυρώσουν.
21. Καὶ ἀγγαρεύουν κάποιον Σίμωνα Κυρηναῖον, ὁ ὁποῖος ἐδιάβαινε ἀπ᾽ ἐκεῖ καθὼς ἐρχότανε ἀπὸ τὸ χωράφι, τὸν πατέρα τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ τοῦ Ρούφου, διὰ νὰ βαστάξῃ τὸν σταυρόν του.
22. Καὶ τὸν φέρνουν εἰς τὸν τόπον Γολγοθᾶ, ποὺ μεταφραζόμενον σημαίνει τόπον Κρανίου,
23. καὶ τοῦ ἔδιναν νὰ πιῇ κρασὶ ἀρωματισμένο μὲ σμύρναν· αὐτὸς ὅμως δὲν τὸ ἐπῆρε.
24. Καὶ τὸν ἐσταύρωσαν καὶ ἐμοίρασαν τὰ ἐνδύματά του ἀφοῦ ἔρριξαν κλῆρον διὰ τὸ τί θὰ πάρῃ ὁ καθένας.