6. Τοῦ ἔμεινε ἀκόμη ἕνας, ὁ υἱός του ὁ ἀγαπητός, τοὺς ἔστειλε καὶ αὐτὸν τελευταῖον καὶ εἶπε, «Θὰ ἐντραποῦν τὸν υἱόν μου».
7. Οἱ γεωργοὶ ὅμως εἶπαν μεταξύ τους, «Αὐτὸς εἶναι ὁ κληρονόμος. Ἐμπρὸς νὰ τὸν σκοτώσωμεν καὶ ἡ κληρονομία θὰ εἶναι δική μας».
8. Καὶ ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, τὸν ἐσκότωσαν καὶ τὸν ἔρριξαν ἔξω ἀπὸ τὸ ἀμπέλι.
9. Τί λοιπὸν θὰ κάμῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελιοῦ; Θὰ ἔλθῃ καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ τοὺς γεωργοὺς τούτους καὶ θὰ δώσῃ τὸ ἀμπέλι σὲ ἄλλους.
10. Οὔτε τὴν γραφὴν αὐτὴν διαβάσατε: Ὁ λίθος ποὺ ἀπέρριψαν οἱ οἰκοδόμοι, ἔγινε ἀκρογωνιαῖος λίθος·
11. ἀπὸ τὸν Κύριον ἔγινε αὐτὸ καὶ φαίνεται θαυμαστὸν εἰς τὰ μάτια μας;».