37. Τὴν ἑπόμενην ἡμέραν, ὅταν κατέβηκαν ἀπὸ τὸ ὄρος, τὸν συνήντησε πλῆθος πολύ.
38. Καὶ ἕνας ἀπὸ τὸ πλῆθος ἐφώναξε, «Διδάσκαλε, σὲ παρακαλῶ, ρίξε μία ματιὰ στὸν γυιό μου διότι μοῦ εἶναι μοναχογυιός.
39. Καὶ τὸν πιάνει ἕνα πνεῦμα καὶ ἔξαφνα φωνάζει καὶ τὸν τινάσσει, ὥστε νὰ ἀφρίζει· τὸν κατασυντρίβει καὶ δύσκολα τὸν ἀφήνει.