11. Ἤξερε ἐκεῖνον ποὺ θὰ τὸν παρέδιδε, διὰ τοῦτο εἶπε, «Δὲν εἶσθε ὅλοι καθαροί».
12. Ὅταν ἔπλυνε τὰ πόδια τους καὶ ἐπῆρε τὰ ἐνδύματά του, ἐκάθησε πάλιν εἰς τὸ τραπέζι, καὶ τοὺς εἶπε, «Ξέρετε τί σᾶς ἔκανα;
13. Μὲ φωνάζετε «Ὁ Διδάσκαλος» καί «Ὁ Κύριος» καὶ καλὰ κάνετε, διότι εἶμαι.
14. Ἐὰν λοιπὸν ἐγώ, ὁ Κύριος καὶ ὁ Διδάσκαλος, ἔπλυνα τὰ πόδια σας, καὶ σεῖς ὀφείλετε νὰ πλένετε τὰ πόδια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου.