8. Γι᾽ αὐτὸ θὰ ἔλθουν σὲ μιὰ ἡμέρα αἱ πληγαί της, θάνατος, πένθος καὶ πεῖνα, καὶ θὰ καῇ μὲ φωτιά, διότι εἶναι ἰσχυρὸς ὁ Κύριος ὁ Θεὸς ποὺ τὴν ἔκρινε.
9. Θὰ τὴν κλάψουν καὶ θὰ τὴν θρηνήσουν οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς, ποὺ ἐπόρνευσαν μαζί της καὶ διέπραξαν ἀκολασίες, ὅταν θὰ ἰδοῦν τὸν καπνὸν τῆς φωτιᾶς της·
10. θὰ στέκωνται μακρυὰ ἀπὸ τὸν φόβον τοῦ βασανισμοῦ της καὶ θὰ λέγουν, «Οὐαί, οὐαί, ἡ πόλις ἡ μεγάλη Βαβυλών, ἡ πόλις ἡ δυνατή, σὲ μιὰ ὥρα ἦλθε ἡ καταδίκη σου».
11. Οἱ ἔμποροι τῆς γῆς ἐπίσης θὰ κλάψουν καὶ θὰ πενθήσουν γι᾽ αὐτήν, διότι τὸ φορτίον τους κανεὶς δὲν θὰ τὸ ἀγοράζῃ πλέον,
12. φορτίον ἀπὸ χρυσάφι καὶ ἀσῆμι, πολυτίμους λίθους καὶ μαργαριτάρια, λινὰ καὶ πορφύραν, μεταξωτὰ καὶ κόκκινα· κάθε ξύλον μυρωδᾶτο καὶ ἀντικείμενον ἐλεφάντινον, καὶ κάθε πρᾶγμα ἀπὸ πολύτιμον ξύλον, χαλκόν, σίδηρον ἢ μάρμαρον·
13. κινάμωμον καὶ ἄμωμον, θυμιάματα, μύρον καὶ λιβάνι· κρασί, λάδι, σιμιγδάλι καὶ σιτάρι, ζῶα καὶ πρόβατα, ἄλογα, ἁμάξια, δούλους καὶ ψυχὰς ἀνθρώπων.
14. «Τὰ φροῦτα ποὺ ἐπιθυμοῦσε ἡ ψυχή σου ἐχάθηκαν ἀπὸ σὲ καὶ ὅλα τὰ λιπαρὰ καὶ τὰ λαμπρὰ ἔφυγαν ἀπὸ σὲ καὶ δὲν θὰ τὰ βρῇς πλέον».