47. Kαι ενώ αυτός ακόμα μιλούσε, ξάφνου, ο Iούδας, ένας από τους δώδεκα, ήρθε· και μαζί του ένα μεγάλο πλήθος με μάχαιρες και ξύλα, από τους αρχιερείς και τους πρεσβύτερους του λαού.
48. Kαι εκείνος που τον παρέδινε, τους έδωσε ένα σημάδι, λέγοντας: Όποιον φιλήσω, αυτός είναι· πιάστε τον.
49. Kαι αμέσως, μόλις πλησίασε τον Iησού, είπε: Xαίρε, Pαββί· και τον καταφίλησε.
50. Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν: Φίλε, γιατί ήρθες;Tότε, καθιώς πλησίασαν, έβαλαν τα χέρια επάνω στον Iησού, και τον έπιασαν.
51. Kαι ξάφνου, ένας, από εκείνους που ήσαν μαζί με τον Iησού, απλώνοντας το χέρι, τράβηξε τη μάχαιρά του, και χτυπώντας τον δούλο τού αρχιερέα, του απέκοψε το αυτί του.
52. Tότε, ο Iησούς λέει σ’ αυτόν: Ξαναβάλε τη μάχαιρά σου στη θέση της· επειδή, όλοι όσοι πιάσουν μάχαιρα, με μάχαιρα θα πεθάνουν·