36. Kαι όταν έγινε η φωνή, ο Iησούς βρέθηκε μόνος. Kαι αυτοί σιώπησαν, και από όσα είδαν δεν είπαν κατά τις ημέρες εκείνες τίποτε, σε κανέναν.
37. Kαι την επόμενη ημέρα, όταν κατέβηκαν από το βουνό, τον συνάντησε ένα μεγάλο πλήθος.
38. Kαι ξάφνου, ένας άνθρωπος φώναξε δυνατά μέσα από το πλήθος, λέγοντας: Δάσκαλε, σε παρακαλώ, να κοιτάξεις με ευμένεια επάνω στον γιο μου, επειδή είναι σε μένα μονογενής.
39. Kαι απότομα, τον πιάνει ένα δαιμόνιο, και ξαφνικά φωνάζειδυνατά, και τον σπαράζει, μαζί με αφρό, και δύσκολα αναχωρεί απ’ αυτόν, συντρίβοντάς τον.
40. Kαι παρακάλεσα τους μαθητές σου για να το βγάλουν, και δεν μπόρεσαν.
41. O δε Iησούς, απαντώντας, είπε: Ω, άπιστη και διεστραμμένη γενεά, μέχρι πότε θα είμαι μαζί σας, και θα σας υπομένω; Φέρε εδώ τον γιο σου.
42. Kαι ενώ αυτός ακόμα προσερχόταν, το δαιμόνιο τον έρριξε κάτω, και τον κατασπάραξε. Kαι ο Iησούς επιτίμησε το ακάθαρτο πνεύμα, και γιάτρεψε το παιδί, και το απέδωσε στον πατέρα του.