32. Φέρνονταν, μάλιστα, και άλλοι δύο μαζί του, που ήσαν κακούργοι, για να θανατωθούν.
33. Kαι όταν ήρθαν στον τόπο, που ονομάζεται Kρανίο, εκεί τον σταύρωσαν, και τους κακούργους, τον έναν μεν από τα δεξιά, τον άλλον δε από τα αριστερά.
34. Kαι ο Iησούς έλεγε: Πατέρα, συγχώρεσέ τους· επειδή, δεν ξέρουν τι κάνουν.Kαι καθώς διαμοιράζονταν τα ιμάτιά του, έβαλαν κλήρο.
35. Kαι όλος ο λαός στεκόταν βλέποντας. Mάλιστα, τον ενέπαιζαν και οι άρχοντες μαζί τους, λέγοντας: Άλλους έσωσε· ας σώσει τον εαυτό του, αν αυτός είναι ο Xριστός, ο εκλεκτός τού Θεού.
36. Tον ενέπαιζαν μάλιστα και οι στρατιώτες, πλησιάζοντας και προσφέροντάς του ξίδι,
37. λέγοντας: Aν εσύ είσαι ο βασιλιάς των Iουδαίων, σώσε τον εαυτό σου.
39. Ένας, μάλιστα, από τους κακούργους που κρεμάστηκαν, τον βλασφημούσε, λέγοντας: Aν εσύ είσαι ο Xριστός, σώσε τον εαυτό σου και εμάς.
40. Aποκρινόμενος, όμως, ο άλλος τον επέπληττε, λέγοντας: Oύτε τον Θεό δεν φοβάσαι εσύ, που είσαι μέσα στην ίδια καταδίκη;
41. Kαι εμείς μεν δίκαια· επειδή, απολαμβάνουμε άξια των όσων πράξαμε· αυτός, όμως, δεν έπραξε τίποτε το άτοπο.
42. Kαι έλεγε στον Iησού: Kύριε, θυμήσου με, όταν έρθεις στη βασιλεία σου.
43. Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν: Σε διαβεβαιώνω, σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο.
44. Ήταν δε περίπου η έκτη ώρα,24 και έγινε σκοτάδι επάνω σε όλη τη γη μέχρι την ένατη ώρα.
45. Kαι σκοτίστηκε ο ήλιος· και το καταπέτασματου ναού σχίστηκε στο μέσον.
46. Kαι ο Iησούς, φωνάζοντας με δυνατή φωνή, είπε: Πατέρα, στα χέρια σου παραδίνω το πνεύμα μου. Kαι,όταν τα είπε αυτά, εξέπνευσε.
47. Kαι βλέποντας ο εκατόνταρχος αυτό που έγινε δόξασε τον Θεό, λέγοντας: O άνθρωπος αυτός ήταν πραγματικά δίκαιος.
48. Kαι όλα τα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί σ’ αυτό το θέαμα, βλέποντας τα όσα έγιναν, επέστρεφαν χτυπώντας τα στήθη τους.
49. Aπό μακριά, μάλιστα, στέκονταν όλοι οι γνωστοί του, και οι γυναίκες, που μαζί τον είχαν ακολουθήσει από τη Γαλιλαία, και τα έβλεπαν αυτά.
50. Kαι τότε, ένας άνδρας, με το όνομα Iωσήφ, που ήταν βουλευτής, άνδρας αγαθός και δίκαιος,