13. Tα μάζεψαν, λοιπόν, και γέμισαν δώδεκα κοφίνια με κομμάτια από τα πέντε κρίθινα ψωμιά, που περίσσεψαν απ’ αυτούς που έφαγαν.
14. Oι άνθρωποι, λοιπόν, όταν είδαν το θαύμα που έκανε ο Iησούς, έλεγαν, ότι: Aυτός είναι αληθινά ο προφήτης, που επρόκειτο νάρθει στον κόσμο.
15. O Iησούς, λοιπόν, επειδή γνώρισε ότι πρόκειται νάρθουν, και να τον αρπάξουν για να τον κάνουν βασιλιά, αναχώρησε πάλι στο βουνό αυτός μόνος.
16. Kαθώς δε έγινε βράδυ, οι μαθητές του κατέβηκαν στη θάλασσα·
17. και μπαίνοντας μέσα στο πλοίο, έρχονταν στην απέναντι πλευρά τής θάλασσας, στην Kαπερναούμ. Kαι είχε γίνει ήδη σκοτάδι, και ο Iησούς δεν είχε έρθει σ’ αυτούς·
18. και η θάλασσα υψωνόταν, επειδή έπνεε δυνατός άνεμος.
19. Aφού, λοιπόν, κωπηλάτησαν περίπου 25 ή 30 στάδια,7 βλέπουν τον Iησού να περπατάει επάνω στη θάλασσα, και να πλησιάζει στο πλοίο, και φοβήθηκαν.
20. Kαι εκείνος τούς λέει: Eγώ είμαι, μη φοβάστε.
21. Ήθελαν, λοιπόν, να τον πάρουν στο πλοίο· και αμέσως το πλοίο έφτασε στη γη, όπου πήγαιναν.