49. Δες, αυτή ήταν η ανομία τής αδελφής σου, των Σοδόμων, υπερηφάνεια, περίσσεια από ψωμί, και αφθονία τρυφηλότητας, της ίδιας και των θυγατέρων της· όμως, τον φτωχό και αυτόνπου είχε ανάγκη δεν τον βοηθούσε·
50. και υψώνονταν, και έπρατταν βδελυρά πράγματα μπροστά μου· γι’ αυτό, καθώς τα είδα αυτά, τις αφάνισα.
51. Kαι η Σαμάρεια δεν αμάρτησε ούτε στο μισό από τα αμαρτήματά σου· αλλά εσύ πλήθυνες τα βδελύγματά σου, περισσότερο, από εκείνες, και δικαίωσες τις αδελφές σου, με όλα τα βδελύγματά σου, που έπραξες.
52. Eσύ, λοιπόν, που έκρινες τις αδελφές σου, βάσταζε τώρα την καταισχύνη σου· ένεκα των αμαρτημάτων σου, με τα οποία έγινες βδελυρότερη από εκείνες, εκείνες είναι δικαιότερες από σένα· γι’ αυτό, να ντραπείς και εσύ, και να βαστάζεις τη ντροπή σου, επειδή δικαίωσες τις αδελφές σου.