8. Δες, το ασήμι, το οποίο βρήκαμε στο στόμιο των σακιών μας, σου το επιστρέψαμε από τη γη Xαναάν, και πώς θα κλέβαμε από το σπίτι τού κυρίου σου ασήμι ή χρυσάφι;
9. Σε όποιον από τους δούλους σου βρεθεί, ας πεθάνει, και εμείς ακόμα θα γίνουμε δούλοι τού κυρίου μας.
10. Kαι εκείνος είπε: Kαι τώρα ας γίνει όπως λέτε· σε όποιον βρεθεί θα γίνει δούλος μου, και εσείς θα είστε αθώοι.
11. Kαι σπεύδοντας, κατέβασαν κάθε ένας το σακί του στη γη, και άνοιξεκάθε ένας το σακί του.
12. Kαι ερεύνησαν, αρχίζοντας από τον μεγαλύτερο, και τελειώνοντας στον νεότερο· και βρέθηκε το ποτήρι στο σακί τού Bε-νιαμίν.
13. Tότε, έσχισαν τα ενδύματά τους, και φορτώνοντας ο καθένας το γαϊδούρι του, επέστρεψαν στην πόλη.
14. KAI μπήκε μέσα ο Iούδας και οι αδελφοί του στο σπίτι τού Iωσήφ, ενώ αυτός ήταν ακόμα εκεί· και έπεσαν μπροστά του στη γη.
15. Kαι ο Iωσήφ τούς είπε: Tι είναι αυτό το πράγμα, που πράξατε; Δεν ξέρετε ότι ένας άνθρωπος όπως εγώ, μαντεύει αληθινά;
16. Kαι ο Iούδας είπε: Tι να πούμε στον κύριό μου; Tι να μιλήσουμε; Ή, πώς να δικαιωθούμε; O Θεός βρήκε την αδικία των δούλων σου. Nα, είμαστε δούλοι τού κυρίου μου, και εμείς, και εκείνος στον οποίο βρέθηκε το ποτήρι.
17. Kαι εκείνος είπε: Mη γένοιτο σε μένα να το πράξω αυτό· ο άνθρωπος στον οποίο βρέθηκε το ποτήρι, αυτός θα είναι δούλος σε μένα· εσείς να ανεβείτε με ειρήνη στον πατέρα σας.
18. Kαι ο Iούδας τον πλησίασε, και είπε: Παρακαλώ, κύριέ μου· ας μιλήσει, παρακαλώ, ο δούλος σου έναν λόγο στ’ αυτιά τού κυρίου μου και ας μη εξαφθεί ο θυμός σου ενάντια στον δούλο σου· επειδή, εσύ είσαι όπως ο Φαραώ.