1. Τότε ολόκληρη η κοινότητα άρχισε να φωνάζει και να οδύρεται· κι όλος ο λαός ξενύχτησε κλαίγοντας.
2. Παραπονιούνταν ενάντια στο Μωυσή και στον Ααρών, και τους έλεγαν: «Μακάρι να ’χαμε πεθάνει στην Αίγυπτο ή σ’ αυτήν εδώ την έρημο.
3. Γιατί μας έφερε ο Κύριος σ’ αυτή τη χώρα; Για να σκοτωθούμε στον πόλεμο; Για να αιχμαλωτιστούν οι γυναίκες μας και τα παιδιά μας; Καλύτερα να γυρίσουμε στην Αίγυπτο!»
4. Κι έλεγαν μεταξύ τους: «Ελάτε να ορίσουμε έναν αρχηγό και να γυρίσουμε πίσω στην Αίγυπτο».
36-37. Οι άντρες που είχε στείλει ο Μωυσής για να κατασκοπεύσουν τη χώρα, όταν επέστρεψαν, διέδιδαν συκοφαντίες γι’ αυτήν και τη δυσφημούσαν, κι έτσι έκαναν όλη την κοινότητα να παραπονιέται εναντίον του Κυρίου. Γι’ αυτό ο Κύριος τους χτύπησε με θανατικό και πέθαναν.